Χριστόφορος Βερναρδάκης TwitterFacebookYouTubeLinkedInGoogle Plus
 



Broadcast live streaming video on Ustream



ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΑ ΜΕΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΣΗ
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟΥ ΕΤΟΥΣ 2007-08
 
ΜΑΘΗΜΑ 1: Εισαγωγή: το πλαίσιο της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας και η τομή στη συγκρότηση των πολιτικών κομμάτων. Οι θεωρητικές διαστάσεις στη μελέτη των πολιτικών κομμάτων
 
  • H μεταπολιτευτική περίοδος που ανοίγει με την αποκατάσταση της δημοκρατίας το 1974 χαρακτηρίζεται από τον αυξανόμενο πολιτικό και κοινωνικό ρόλο των πολιτικών κομμάτων. Τα τελευταία αναβαθμίζονται ως φορείς εκπροσώπησης κοινωνικών συμφερόντων και ως φορείς άσκησης κρατικής πολιτικής, αναγνωρίζονται επισήμως στο θεσμικό – συνταγματικό πλαίσιο της μεταπολίτευσης. Η περίοδος της μεταπολίτευσης αποτελεί μια τομή για τη λειτουργία και το ρόλο των πολιτικών κομμάτων, σε σχέση με τον «πελατειακό» και «χαλαρό» ιδεολογικό χαρακτήρα των παλαιών προδικτατορικών κομμάτων.
  • Η μεταπολιτευτική περίοδος, επίσης, είναι η περίοδος των μεγάλων μαζικών κομμάτων. Των κομμάτων με ισχυρή κοινωνική διείσδυση, με οργανωτική λειτουργία, με ιδεολογικο-πολιτική συγκρότηση. Η περίοδος αυτή ανοίγει για τα ελληνικά πολιτικά κόμματα μια νέα περίοδο, αφού τα αναβαθμίζει και τα καθιστά μαζικά κοινωνικά μορφώματα στα οποία η κοινωνία αναγνωρίζεται με σταθερό δεσμό.  
  • Μιλώντας γενικότερα για τα πολιτικά κόμματα, αλλά έχοντας ως πεδίο εφαρμογής την ελληνική περίπτωση της συγκεκριμένης περιόδου που μελετάμε, θα προσδιορίζαμε τις παρακάτω θεωρητικές εργασίες που (πρέπει να) κάνουμε στη μελέτη των πολιτικών κομμάτων: α) διάγνωση του ιστορικού πολιτικού-κοινωνικού πλαισίου μέσα στο οποίο δημιουργείται ένα πολιτικό κόμμα. β) επικέντρωση στις σχέσεις εκπροσώπησης που έχει με την κοινωνία και κομμάτια της: κανένα πολιτικό κόμμα δεν υπάρχει χωρίς την ιδιότητα της εκπροσώπησης μέρους της κοινωνίας. γ) μελέτη του πολιτικού προγράμματος και της γενικότερης ιδεολογικο-πολιτικής φυσιογνωμίας ενός κόμματος, ως προϊόντος των σχέσεων εκπροσώπησης.  δ) μελέτη της οργανωτικής δομής και της ανθρωπογεωγραφίας του, δηλαδή ανάλυση του τρόπου με τον οποίον οι σχέσεις εκπροσώπησης επηρεάζουν την εσωτερική του λειτουργία (γραφειοκρατική δομή, τύπος εσωτερικής πολιτικής συμμετοχής, κ.λπ) και τη στελέχωσή του. ε) μελέτη της διαδικασίας με την οποία ένα πολιτικό κόμμα εντάσσει τις σχέσεις εκπροσώπησης στο πλαίσιο της κρατικής πολιτικής, λαμβάνει δηλαδή, πέραν του αντιπροσωπευτικού, και το χαρακτήρα του νομιμοποιητικού μηχανισμού. στ) μελέτη του συνολικού κομματικού ανταγωνισμού («κανένα κόμμα δεν δρά μόνο του»), καθώς και των επιδράσεων που έχουν τα κοινωνικά κινήματα στο κομματικό σύστημα.  
 ΜΑΘΗΜΑ 2: Οι κοινωνικές – ιστορικές προϋποθέσεις της συγκρότησης του ΠΑΣΟΚ. Οι κοινωνικές μεταβολές της δεκαετίας του ’60 και του ’70. Η διαδικασία της αυτοοργάνωσης.
 
  • Η δημιουργία του ΠΑΣΟΚ είναι αποτέλεσμα του κενού πολιτικής εκπροσώπησης των λαϊκών στρωμάτων που καταγραφόταν στην ελληνική κοινωνία, από τη δεκαετία του ’50 και ύστερα (μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου). Στην ουσία το ΠΑΣΟΚ είναι αποτέλεσμα μιας διπλής κρίσης στο επίπεδο των κομμάτων, αφενός μεν της Ενώσεως Κέντρου αφετέρου δε του ΚΚΕ. Και τα δύο αυτά κόμματα εμφανίστηκαν από ένα ιστορικό σημείο και έπειτα αδύναμα να εκφράσουν και να εκπροσωπήσουν τις κοινωνικές μεταβολές και τις κοινωνικές – ιδεολογικές απαιτήσεις των νέων λαϊκών στρωμάτων που δημιουργούνται στην Ελλάδα μετά τη δεκαετία του ’60.
  • Ορισμένες κρίσιμες κοινωνικές μεταβολές που βρίσκονται στη ρίζα του κενού πολιτικής εκπροσώπησης: α) η δημιουργία νέων κοινωνικών υποκειμένων, είτε στο χώρο των εργατικών στρωμάτων (π.χ. οικοδόμοι, βιομηχανικό προλεταριάτο) είτε στο χώρο των μικροαστικών / μεσοαστικών στρωμάτων (π.χ. ελεύθερα ή μισθωτά επιστημονικά επαγγέλματα όπως δικηγόροι, μηχανικοί), β) η εργατική μετανάστευση της δεκαετίας του ’60, κυρίως στις χώρες της Ευρώπης, γ) η συγκέντρωση λαϊκών μαζών στις πόλεις, κυρίως στην Αθήνα, μετακινούμενες από την ύπαιθρο.
  • Το ΠΑΣΟΚ εμφανίζεται στη συγκυρία του 1974, ως ο νέος, δυναμικός και άφθαρτος αριστερός πολιτικός φορέας εκπροσώπησης των λαϊκών συμφερόντων. Η ίδια η δημιουργία του με την πρακτική της αυτοοργάνωσης (στη βάση της Διακήρυξης της 3ης Σεπτέμβρη έγινε πρόσκληση για δημιουργία Επιτροπών Πρωτοβουλίας σε κάθε χώρο εργασίας ή κατοικίας) του έδωσε μια τεράστια κοινωνική ώθηση και μια πρωτότυπη ιδεολογική σχέση με την κοινωνία, πέραν της γραφειοκρατικής σχέσης που διατηρούσαν τα κόμματα της παραδοσιακής αριστεράς με την κοινωνία.   
 ΜΑΘΗΜΑ 3: Οι φάσεις εξέλιξης του ΠΑΣΟΚ 1974-2007. Οι αλλαγές στην πολιτική ιδεολογία και το πρόγραμμα. Η τομή του εκσυγχρονισμού. Οι αλλαγές στην εκλογική βάση του κόμματος.
 
Από την ίδρυση του ΠΑΣΟΚ έως σήμερα μπορούν να οριστούν οι παρακάτω ιστορικές φάσεις εξέλιξης και μετεξέλιξης:
 
·         1974 – 1981: δημιουργία και ανάπτυξη του κόμματος. Από το κενό πολιτικής εκπροσώπησης των λαϊκών στρωμάτων της μεταπολεμικής περιόδου στο «κόμμα-μαζών». Χαρακτήρας: κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, με έντονα αντιϊμπεριαλιστικά στοιχεία. Πολιτικό πρόγραμμα: Αλλαγή (πολιτική και κοινωνική).
·         1981 – 1990: διαμόρφωση του «διαχειριστικού κόμματος»: από την πολιτική Αλλαγή στην πολιτική διαχείριση του κράτους / από τη μεταρρύθμιση στην ενσωμάτωση. Χαρακτήρας: ‘αριστερό’ σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Πολιτικό πρόγραμμα: αναδιανομή του εισοδήματος και του κοινωνικού πλούτου / θεσμική διεύρυνση της Δημοκρατίας. 
·         1990 – 1996: διαμόρφωση του «κόμματος διακυβέρνησης»: από την πολιτική διαχείριση του κράτους στη διαχείριση των κοινωνικών αντιθέσεων. Από την εκπροσώπηση των κοινωνικών συμφερόντων στο κράτος στη νομιμοποίηση των κρατικών επιλογών στην κοινωνία. Χαρακτήρας: ‘συντηρητικά μετατοπισμένο’ σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Πολιτικό πρόγραμμα: σταδιακή (όχι βίαιη) ενσωμάτωση των νεοφιλελεύθερων επιλογών.      
·         1996 – 2004: διαμόρφωση και σταθεροποίηση του «κόμματος του κράτους». Από το ρόλο της νομιμοποίησης των κρατικών επιλογών στην κοινωνία στην κρατικοποίηση του κόμματος και στην πλήρη κατάργηση της κοινωνικής του αυτονομίας. Η συγχώνευση κράτους / κόμματος, η ενοποίηση των συμφερόντων τους, η συγκρότηση μιας ιδιαίτερης κομματικής ελίτ με σημείο αναφοράς την κρατική διαχείριση και όχι την αντιπροσώπευση των κοινωνικών ομάδων είναι τρία από τα βασικότερα στοιχεία του κομματικού μετασχηματισμού. Χαρακτήρας: Κόμμα της ‘Κεντροαριστεράς’. Πολιτικό Πρόγραμμα: Εκσυγχρονισμός   
 
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ: Εντάξτε στο φάκελο του μαθήματος το άρθρο του Χρ.Βερναρδάκη «Η ίδρυση, η εξέλιξη και η μετεξέλιξη του ΠΑΣΟΚ: Από το ‘κόμμα μαζών’ στο ‘κόμμα του κράτους’».  Πηγαίνετε στην ενότητα του site ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΕΡΓΟ και κατόπιν στην υποενότητα ΑΡΘΡΑ, βρείτε το σχετικό άρθρο και τυπώστε το.
   
ΜΑΘΗΜΑ 4: Η συγκρότηση του μαζικού κόμματος της συντηρητικής παράταξης (ΝΔ). Οι φάσεις εξέλιξης της ΝΔ 1974-2007. Οι αλλαγές στην πολιτική ιδεολογία και το πρόγραμμα.
 
Η ΝΔ ιδρύθηκε το 1974 από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και μπορούν έως σήμερα να οριστούν οι εξής φάσεις στην εξέλιξή της.
 
1974-1981: περίοδος πρώτης διακυβέρνησης, στην αρχή με πρωθυπουργό και αρχηγό του κόμματος τον Κ.Καραμανλή και μετά το 1980 όταν αυτός μεταπήδησε στην Προεδρία της Δημοκρατίας με πρόεδρο του κόμματος και πρωθυπουργό τον Γεώργιο Ράλλη. Πολιτική γραμμή: ριζοσπαστικός φιλελευθερισμός (αναγνώριση του ρόλου της ελεύθερης οικονομίας αλλά και δεδομένη η βούληση για ρυθμιστικό ρόλο του κράτους). Μορφή κόμματος: κόμμα της εκσυγχρονιστικής δεξιάς και κεντρδεξιάς. Οργανωτική δομή: ακόμα χαλαρή, αν και δημιουργούνται τα προπλάσματα του μετέπειτα μαζικού κόμματος. Στρατηγική για τη διακυβέρνηση της χώρας: η ένταξη στην ΕΟΚ, η οργάνωση μιας σύγχρονης θεσμικά πολιτικής δημοκρατίας, η λύση του πολιτειακού.
1981-1984: Ηγεσία Αβέρωφ. Η πρώτη αντιπολιτευτική περίοδος για τη ΝΔ. Στροφή στον δυναμικό παραδοσιακό λόγο της λαϊκής Δεξιάς. Πολιτική γραμμή: Απαλλαγή από το ΠΑΣΟΚ, πόλωση με τη νέα κυβέρνηση. Οργανωτική δομή: Ισχυρή, το κόμμα συγκροτείται κατά τα πρότυπα των μαζικών κομμάτων. Το γεγονός αυτό συνιστά και τη μεγάλη προσφορά στο χώρο του Ευ.Αβέρωφ.
1984-1993: Ηγεσία Μητσοτάκη. Πολιτική γραμμή: νεοφιλελευθερισμός. Διακήρυξη περί απελευθέρωσης των αγορών και μικρότερου κράτους. Εφαρμογή της πολιτικής  γραμμής κατά την περίοδο διακυβέρνησης Μητσοτάκη 1990-1993. Οργανωτική ισχυροποίηση όσο ποτέ. Ο αριθμός των οργανωμένων μελών εκτινάσσεται στα ύψη (700.000 μέλη το 1990).
1993-1997: Ηγεσία Εβερτ. Πολιτική γραμμή: Λαϊκή δεξιά. Οργανωτική αλλαγή. Η πολιτική γραμμή του Εβερτ δημιουργεί ρήγμα βαθύ στη ΝΔ μεταξύ νεοφιλελεύθερων και λαϊκών δεξιών. Ο διχασμός αυτός οδηγεί σε ήττα τη ΝΔ το 1996.  
1997-2007: Ηγεσία Κ.Καραμανλή. Πολιτική γραμμή: μεσαίος χώρος. Πρόκειται για τη σταδιακή προσπάθεια υπέρβασης του διχασμού (ιδεολογικού και πολιτικού) που δημιουργησε η ήττα του ν/φ και ο δυϊσμός του κόμματος με τον Εβερτ.
Η κυβερνητική γραμμή μετά το 2004 κρατά ισορροπίες μεταξύ ενός λόγου αντινεοφιλελεύθερου και μια πολιτικής γραμμής που αντικειμενικά υλοποιεί πολιτικές απορρυθμιστικές και νεοφιλεύθερες.
 
Οπως και στην περίπτωση του ΠΑΣΟΚ, έτσι και στη ΝΔ, μεταξύ διακηρύξεων και πολιτικής γραμμής το στοιχείο που καθορίζει την αντικειμενική θέση του κόμματος στο κομματικό σύστημα είναι το το δεύτερο, δηλαδή η πολιτική γραμμή που υλοποιείται (είτε αυτοβούλως είτε αναγκαστικά).
 
ΜΑΘΗΜΑ 5:  Η οργάνωση των κομμάτων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ – Μαζικές διαστάσεις, κοινωνικές διαφοροποιήσεις και συγκλίσεις στον τύπο του «κρατικού κόμματος».
 
Η εξέλιξη της οργάνωσης των πολιτικών κομμάτων στην Ελλάδα – αναφερόμαστε εδώ στα κόμματα της διακυβέρνησης, τα «αστικά κόμματα» -, ακολούθησε μετά τη μεταπολίτευση του 1974 την πορεία από τον τύπο του «μαζικού – συμμετοχικού» κόμματος στον τύπο του «εκλογικού επαγγελματικού κόμματος» και κατόπιν στον τύπο του «κρατικού κόμματος».
 
Ο πρώτος τύπος αποτελεί μια μορφή αντιπροσώπευσης της κοινωνίας των πολιτών. Οι λαϊκές μάζες εισβάλουν τρόπον τινά στα κόμματα της μεταπολίτευσης, τα καθιστούν μαζικά κοινωνικά μορφώματα, τα καθορίζουν στην ιδεολογία τους και στον προγραμματικό τους λόγο. Καταργούν την παλαιά στελεχιακή τους δομή, επηρεάζουν την ανάδειξη των ηγετικών στελεχών. Τα κόμματα στελεχών της προδικτατορικής εποχής περνούν στην ιστορία. Για το ΠΑΣΟΚ ειδικότερα ο πρώτος αυτός τύπος ισχύει έως το τέλος της πρώτης κυβερνητικής του θητείας (1985).
Ο δεύτερος τύπος αποτελεί μια πρώτη μετεξέλιξη της οργανωτικής-πολιτικής μορφής των κομμάτων. Η συμμετοχή των «κοινωνικών μελών» περιορίζεται ολοένα και περισσότερο σε τυπικές μορφές, οι κομματικές – ηγετικές γραφειοκρατίες αυτονομούνται σχετικά από την κομματική βάση, τα πολιτικά προγράμματα και οι κομματικές ιδεολογίες παραχωρούνται από την κοινωνική βάση σε «επαγγελματίες». Η κοινωνική βάση των κομμάτων εξακολουθεί να είναι μαζική, η χρησιμότητά της ωστόσο γίνεται περισσότερο «εκλογική» (ως εκλογικός μηχανισμός) και λιγότερο «συμμετοχική». Για τη ΝΔ ειδικότερα ο δεύτερος αυτός τύπος οργάνωσης εμφανίζεται πολύ γρήγορα από τη στιγμή που αποκτά το χαρακτήρα του «μαζικού κόμματος», δηλαδή μετά την απώλεια της κυβερνητικής εξουσίας το 1981.
Ο τρίτος τύπος αποτελεί το σημείο σύγκλισης των δύο μεγάλων κομμάτων της μεταπολίτευσης, αλλά και των σύγχρονων γενικότερα κομμάτων διακυβέρνησης. Πρόκειται για τον τύπο του «κρατικού κόμματος», ή “cartel party” όπως αναφέρεται στην πιο πρόσφατη βιβλιογραφία, ο οποίος χαρακτηρίζεται από την αλληλοδιείσδυση κράτους / κόμματος. Το κόμμα  αυτό λειτουργεί ολοένα και περισσότερο – σχεδόν μονόπλευρα πλέον -  ως μέρος του κρατικού πολιτικού μηχανισμού και ουδόλως ως θεσμός κοινωνικής αντιπροσώπευσης και συμμετοχής. Οι πόροι των κομμάτων, οι προγραμματικοί, οι ιδεολογικοί, οι ανθρώπινοι ή οι οικονομικοί, αντλούνται σχεδόν αποκλειστικά από το κράτος.  
 
ΜΑΘΗΜΑ 6: Το ΚΚΕ της μεταπολιτευτικής περιόδου
 
Η μεταπολίτευση βρίσκει το ιστορικό ΚΚΕ διασπασμένο σε δύο μεγάλα κομμάτια: την παραδοσιακή φιλοσοβιετική πτέρυγα (ΚΚΕ) και την ανανεωτική πτέρυγα (ΚΚΕ εσωτερικού).
Η διάσπαση του ΚΚΕ το 1968 αποτελεί την κορύφωση μια βαθιάς κρίσης του κόμματος που ξεκινά ουσιαστικά μετά το 1949 και τη λήξη του Εμφυλίου πολέμου.
Η ρευστότητα της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου στη σχέση των δύο πτερύγων της διάσπασης, καθώς και η αδυναμία μιας μεγάλης μερίδας των κομμουνιστών να τοποθετηθεί υπέρ της μιας ή της άλλης πτέρυγας ανάγκασε τις δύο ηγεσίες στην εκλογική συνεργασία στις πρώτες μεταπολιτευτικές εκλογές του 1974 υπό την ονομασία Ενωμένη Αριστερά.  
 
Το ΚΚΕ της μεταπολίτευσης μπορεί να περιοδολογηθεί στις εξής φάσεις:
1974-1977: πρόκειται για την περίοδο που δίνει όλο το πολιτικό και οργανωτικό του βάρος στη διεκδίκηση της συνέχειας του ΚΚΕ μετά τη διάσπαση του ’68, στο να κερδίσει την εκπροσώπηση της πλειοψηφίας του κομμουνιστικού χώρου. Ήδη, η επιλογή της Ενωμένης Αριστεράς (Ε.Α.) του ’74 (εκλογικό ποσοστό 9.5%) έχει συσκοτίσει το ερώτημα ποια πτέρυγα έχει κερδίσει τη μάχη της διάσπασης. Η μελέτη των σταυρών των υποψηφίων βουλευτών της Ε.Α. καταγράφει ένα 5% περίπου για το ΚΚΕ, 3.5% για το ΚΚΕ εσ και 1% στους ανεξάρτητους – ανένταχτους αριστερούς υποψήφιους.
Οι εκλογές του 1977 επιλύουν το ζήτημα αυτό, δίνοντας στο ΚΚΕ το προβάδισμα στον κομμουνιστικό χώρο (ΚΚΕ 9.5% και Συμμαχία Αριστερών και Προοδευτικών Δυνάμεων [εκλογικό σχήμα του ΚΚΕ εσ με άλλες μικρές κεντροαριστερές δυνάμεις] 2.7%.)  
1977-1985: πρόκειται για την περίοδο που το ΚΚΕ δίνει το μεγάλο βάρος του στην αύξηση της εκλογικής του δυναμικής και κατ’επέκτασιν στην προσπάθεια ανάδειξής του σε «ρυθμιστικό παράγοντα» της πορείας της «Αλλαγής» του ΠΑΣΟΚ. Στις εκλογές του 1981 κερδίζει το 10.7%, έχοντας στόχο το 17%, ενώ στις εκλογές του 1985 μετά βίας υπερβαίνει το ποσοστό του 10%. Η εκλογική καθήλωση του ΚΚΕ – παρά τη σημαντικότατη οργανωτική του επέκταση, αφού το 1981 φτάνει να αριθμεί 50.000 κομματικά μέλη και η ΚΝΕ 100.000 οργανωμένους νεολαίους – δείχνει την ιστορική κρίση του ελληνικού κομμουνιστικού χώρου και τη μετακίνηση του μεγαλύτερου μέρους των κοινωνικών λαϊκών και παραδοσιακών αριστερών δυνάμεων προς το ΠΑΣΟΚ.
1985-1991: πρόκειται για τη φάση που το ΚΚΕ επιχειρεί μια στροφή προς τη «διακυβέρνηση» και ένα άνοιγμα προς πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις. Η στροφή αυτή γίνεται αφενός μεν υπό το βάρος της εκλογικής καθήλωσης και της (σχετικής) περιθωριοποίησης αφετέρου υπό την επίδραση της πολιτικής του εκσυγχρονισμού που επιχειρεί η ηγεσία της Σοβιετικής Ένωσης υπό τον Γκορμπατσόφ. Η περίοδος αυτή θα σημαδευτεί από την προσπάθεια μιας νέας ενωτικής προσπάθειας στο χώρο της Αριστεράς, προσπάθεια που οδηγεί στη δημιουργία του ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ (ενότητα του ΚΚΕ με το μικρό κόμμα της ΕΑΡ-Ελληνική Αριστερά του Λ.Κύρκου και προσωπικότητες από το χώρο του ΠΑΣΟΚ), αλλά και από τη στροφή, έστω και συγκυριακά, του κόμματος σε θέσεις περισσότερο «συστημικές». Το εγχείρημα θα ολοκληρωθεί με τη συγκυβέρνηση με τη ΝΔ (Κυβέρνηση Τζανεττάκη) το 1989, στη συγκυρία των σκανδάλων που φερόταν να εμπλέκεται το ΠΑΣΟΚ και η ηγεσία του. Ο Συνασπισμός θα αποτύχει εκλογικά, μη καταφέρνοντας να αποσπάσει κοινωνικές δυνάμεις από το ΠΑΣΟΚ και παραμένοντας εγκλωβισμένος στον ορίζοντα του 12-13% που είναι και το ιστορικό ανώτερο εκλογικό ποσοστό της κομμουνιστικής αριστεράς από τη δεκαετία του ’60 και εντεύθεν.
1991-2007:  η αποτυχία του Συνασπισμού θα ενεργοποιήσει τις πιο συντηρητικές δυνάμεις του ΚΚΕ, το οποίο θα αποχωρήσει από τον Συνασπισμό το 1991, αλλά ταυτόχρονα θα βιώσει τη δεύτερη μεγάλη διάσπαση μετά το 1968 με την αποχώρηση σχεδόν του μισού στελεχιακού του δυναμικού (που θα παραμείνει στον Συνασπισμό ως τάση με το όνομα «Αριστερό Ρεύμα»), κυρίως της μεταπολιτευτικής γενιάς. Το ΚΚΕ θα λάβει στις εκλογές του 1993 4.5%, το χαμηλότερο εκλογικό του ποσοστό από την εποχή του μεσοπολέμου, ωστόσο θα ξαναγυρίσει σε μια δογματική αλλά καθαρή αντισυστημική γραμμή που θα του επιτρέψει να διατηρήσει κοινωνικές δυνάμεις και σιγά-σιγά να εκφράσει, όπως έγινε στις εκλογές του 2007 ένα ρεύμα «κοινωνικής διαμαρτυρίας» (τα εκλογικά του ποσοστά είναι για το 1996 5.6% περίπου, για το 2000 5.5%, για το 2004 5.9% και για το 2007 8.2%).  
 
Η εκλογική βάση του ΚΚΕ αποτελείται λαϊκά-υπαλληλικά στρώματα, αλλά και στρώματα της μικρής ιδιοκτησίας (επαγγελματίες και έμποροι), ωστόσο η επιρροή του στην εργατική του τάξη μετά τη μεταπολίτευση υπήρξε πολύ μικρότερη της ιστορικής μεταπολεμικής περιόδου. Το ΚΚΕ έφτασε στο ανώτερο επίπεδο της οργανωτικής του δύναμης την περίοδο 1981-1985, ωστόσο η ανάπτυξη αυτή δεν εκφράστηκε σε εκλογική ή κοινωνική επιρροή.
    
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ: Εντάξτε στο φάκελο του μαθήματος το άρθρο του Χρ.Βερναρδάκη «1990-1993. Εσωτερική Πολιτική». Πηγαίνετε στην ενότητα του site ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΕΡΓΟ και κατόπιν στην υποενότητα ΑΡΘΡΑ, βρείτε το σχετικό άρθρο και τυπώστε το.
 
 
ΜΑΘΗΜΑ 7:  Το ΚΚΕ εσ και οι μετεξελίξεις της ανανεωτικής αριστεράς. Η τομή του 1989 και η συγκρότηση του Συνασπισμού
 
Το ΚΚΕ εσ αποτέλεσε το «ανανεωτικό» κομμάτι της διάσπασης του ΚΚΕ το 1968. Κόμμα που βρέθηκε στη μεταπολίτευση στο γενικότερο ρεύμα του λεγόμενου τότε «ευρωκομμουνισμού», δηλαδή σε μια προσπάθεια διαμόρφωσης μιας στρατηγικής για την κοινωνική αλλαγή που κινείτο σε ένα ενδιάμεσο χώρο μεταξύ «σοσιαλδημοκρατίας» και «φιλοσοβιετισμού».
Ο χώρος αυτός βρέθηκε να εκπροσωπεί μετά το 1977 ένα πολύ μικρό μέρος του εκλογικού σώματος (2.7% το 1977 ως «Συμμαχία», από το οποίο μόλις το 1.8% ανήκε στο ΚΚΕ εσ, 1.3% το 1981, 1.8% το 1985). Η πολιτική συρρίκνωση οφειλόταν στις πολιτικές επιλογές της ηγεσίας του, οι οποίες κινούνταν πάντοτε «δεξιόστροφα» και ετεροκαθορίζονταν από τις επιλογές των άλλων κομμάτων (από τη ΝΔ τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης «για να εδραιωθεί η δημοκρατία», από το ΠΑΣΟΚ τα επόμενα χρόνια «για να διευρυνθεί η αλλαγή», κ.λπ). Το αποτέλεσμα ήταν ο χώρος της ανανεωτικής διάσπασης του ’68 να χάσει τη μάχη της εκπροσώπησης των ελλήνων κομμουνιστών, να μη βρεθεί σε επαφή με τα νέα λαϊκά στρώματα και, τέλος να συρρικνωθεί οργανωτικά (το 1985 τα μέλη του κόμματος ανέρχονταν σε περίπου 8.000).
Η προσπάθεια ανάκαμψης που ξεκίνησε μετά το 1981 με την ηγεσία Μπανιά σταμάτησε το 1986, όταν η ομάδα του Λ.Κύρκου επανήλθε στο προσκήνιο απαιτώντας τη διάλυση του κόμματος και τη μετεξέλιξή του σε Ελληνική Αριστερά (Ε.ΑΡ.), κάτι που επιτυγχάνει με οριακή πλειοψηφία μέσα στο κόμμα.
Το ΚΚΕεσ διασπάται, με την σχετικώς πλειοψηφούσα ομάδα Μπανιά να μην συμμετέχει στο εγχείρημα της μετεξέλιξης.
 
Η ΕΑΡ από το 1987 και μετά προσεγγίζει την ηγεσία του ΚΚΕ, διαμορφώνεται ο κοινός πολιτικός στόχος μιας «μεγάλης Αριστεράς» που περνούσε ωστόσο μέσα από την αποκόλληση από το ΠΑΣΟΚ μιας κρίσιμης μάζας της λαϊκής και παραδοσιακής αριστερής ψήφου. Δημιουργήθηκε έτσι ο Συνασπισμός (ως συνασπισμός του ΚΚΕ, της ΕΑΡ και προσωπικοτήτων που είχαν αποχωρήσει παλαιότερα από το ΠΑΣΟΚ), σχήμα που δεν μπόρεσε να υπερβεί το όριο του 12-13% στις εκλογικές αναμετρήσεις.  
 
Μετά την αποχώρηση από τον ΣΥΝ και τη διάσπαση του ΚΚΕ το 1991, σταδιακά ο χώρος της παλαι ποτέ ανανεωτικής αριστεράς αναδιαμορφώνεται τόσο σε επίπεδο στελεχιακό όσο και σε επίπεδο ιδεολογικό-προγραμματικό. Με την ένταξη στο ΣΥΝ ενός μεγάλου μέρους του μεταπολιτευτικού ΚΚΕ ο χώρος καταρχήν διευρύνει κατά πολύ την εκλογική του επιρροή: από το ισχνό 1.3-1.8% του ΚΚΕ εσ. διαμορφώνεται ένας περίγυρος εκλογικός της τάξης του 3% (1993: 2.95%, 1996: 5.1%, 2000: 3.1%, 2004: 3.2%, 2007: 5%).  Κατόπιν, ανατρέπεται η ιστορική ανθρωπογεωγραφία, αφού οι προερχόμενοι από το ΚΚΕ αποτελούν την πλειοψηφία του κόμματος, και συναντούνται και με πολλά στελέχη που προσχώρησαν αργότερα στον Συνασπισμό προερχόμενα από την αριστερή τάση του ΚΚΕεσ (ομάδα Μπανιά). Αντίθετα, πολλά στελέχη του χώρου της ΕΑΡ, «κεντροαριστερής» λογικής αποχωρούν από το κόμμα και προσχωρούν στο σημιτικό ΠΑΣΟΚ μετά το 1996. Τα μέλη του ΣΥΝ φτάνουν περίπου τις 22.000 το 1996 και τις 15.000 το 2004, αριθμοί υπερπολλαπλάσιοι του παλαιού ΚΚΕεσ.  
Το αποτέλεσμα της μετακίνησης αυτής είναι ο χώρος αυτός να δημιουργήσει ένα πολύ πιο σαφές σε σχέση με το παρελθόν ιδεολογικό στίγμα, να συνδεθεί περισσότερο με τα νέα κοινωνικά κινήματα (κυρίως μετά το 2000), και να πάρει επίσης την πρωτοβουλία για μια νέα «αριστερή» αυτή τη φορά ενότητα που μορφοποιήθηκε με τη δημιουργία του ΣΥΡΙΖΑ (Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς).   
      
ΜΑΘΗΜΑ 8: Η ισχυροποίηση του δικομματισμού στη μεταπολιτευτική περίοδο / Η Ακρα Δεξιά και τα μεταπολιτευτικά της μορφώματα
 
Η ισχυροποίηση του δικομματισμού στη μεταπολιτευτική περίοδο οφείλεται στο γεγονός ότι στην πραγματικότητα και με την ουσιαστική έννοια του όρου δύο είναι τα «κόμματα» που ενεργοποιούνται στην ελληνική πολιτική σκηνή, δύο δηλαδή είναι οι συγχωνεύσεις πολιτικού προγράμματος / ιδεολογίας / σχέσεων εκπροσώπησης που έχουν συγκροτηθεί ιστορικά. Η πρώτη αφορά τον συντηρητικό χώρο της Δεξιάς / Κεντροδεξιάς και η άλλη το χώρο της σοσιαλιστικής / δημοκρατικής παράταξης.
Η δύναμη του δικομματισμού οφείλεται στη συμπαγή εκπροσώπηση κοινωνικών ομάδων και τάξεων που εκφράζουν τα δύο πολιτικά κόμματα, η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, και η οποία δεν αμφισβητείται σε κανένα επίπεδο από τα κόμματα της αριστεράς.
 
Ο δικομματισμός που μορφοποιείται μετά το 1977 έχει τα χαρακτηριστικά ενός «πολωμένου δικομματισμού». Αναφέρεται δηλαδή σε δύο διαφορετικά προγράμματα διακυβέρνησης, διαφορετικές ιδεολογίες και εκπροσωπήσεις. Μετά το 1996 και τις ιδεολογικές μετακινήσεις του ΠΑΣΟΚ μπορούμε να εντοπίσουμε χαρακτηριστικά «συγκλίνοντος δικομματισμού», με τα δύο κόμματα να μειώνουν τις ιδεολογικές τους αποστάσεις, να συγκλίνουν στις γενικές γραμμές της διακυβέρνησης και να «ανταλλάσσουν» κοινωνικές εκπροσωπήσεις.
 
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ: Για τα μορφώματα της Ακρας Δεξιάς στη μεταπολίτευση και την ιδιαιτερότητα του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού (ΛΑΟΣ), εντάξτε στο φάκελό σας το κείμενο του Γιώργου Κουκουράκη «ο ΛΑΟΣ και χώρος της άκρας δεξιάς», από τον συλλογικό τόμο Η Κοινή Γνώμη στην Ελλάδα 2004 – Εκλογές, Κόμματα, Ομάδες Συμφερόντων, Χώρος και Κοινωνία. 
 
ΜΑΘΗΜΑ 9: Οι διασπάσεις των δύο μεγάλων κομμάτων κατά τη μεταπολίτευση / ΔΗΑΝΑ, ΠΟΛΑΝ, ΔΗΚΚΙ
 
Τα δύο μεγάλα κόμματα γνώρισαν πολλές διασπάσεις κατά τη διάρκεια της μεταπολιτευτικής περιόδου.
Για το ΠΑΣΟΚ η ιστορία των διασπάσεων από τον οργανωτικό του κορμό ομάδων στελεχών ανοίγει το 1975 όταν μεγάλο μέρος της οργανωμένης του βάσης αποσπάται από το κόμμα και δημιουργεί την πολιτική κίνηση Σοσιαλιστική Πορεία. Η κίνηση συμμετέχει στις εκλογές του 1977 στην Συμμαχία (εκλογικό σχήμα με κύριο φορέα το ΚΚΕ εσ), όμως η διάσπαση αυτή θα απορροφηθεί εύκολα, ενώ το μεγαλύτερο μέρος των στελεχών της θα επιστρέψει στο ΠΑΣΟΚ πριν και μετά το 1981.
Μικρότερες διασπάσεις πριν το 1981 υπήρξαν για το ΠΑΣΟΚ η αποχώρηση της ομάδας των «εαμογενών τροτσκιστών» και η «Κίνηση ΠΑΣΟΚ» (με βάση το ΠΑΣΟΚ Θεσσαλονίκης). Λίγο μετά το 1981 (1983) θα αποχωρήσει από το ΠΑΣΟΚ ο οργανωτικός του γραμματέας Ν.Καργόπουλος που θα δημιουργήσει την κίνηση ΑΣΚΕ. Ολες οι διασπάσεις της εποχής αυτής θα απειλήσουν ελάχιστα τη δυναμική του κόμματος, αφού στην ουσία δεν διέσπασαν την πολιτική και οργανωτική του συνοχή και την σχέση εκπροσώπησης με τις λαϊκές τάξεις που σταδιακά συγκρότησε μετά το 1975. 
Η πρώτη διάσπαση που προέκυψε από το ΠΑΣΟΚ και απείλησε τις σχέσεις εκπροσώπησης ήταν το 1985, όταν μεγάλο κομμάτι της εργατικής-συνδικαλιστικής του βάσης διαφώνησε με την αλλαγή της οικονομικής πολιτικής και αποσχίστηκε από το κόμμα. Η περίοδος εκείνη γέννησε δύο πολιτικές κινήσεις, τη ΣΣΕΚ (Σοσιαλιστική Συνδικαλιστική Εργατοϋπαλληλική Κίνηση) και το Ελληνικό Σοσιαλιστικό Κόμμα (ΕΣΚ) που είχε επικεφαλής τον Γερ.Αρσένη, πανίσχυρο μέχρι τότε Υπουργό Εθνικής Οικονομίας των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ.   
Οι δύο αυτές πολιτικές κινήσεις, παρά το γεγονός ότι είχαν σημαντικό μαζικό έρεισμα, δεν κατάφεραν να μορφοποιήσουν εντέλει ένα πολιτικό οργανισμό με διάρκεια και εκλογική δυναμική, λόγω της «σκανδαλολογίας» του 1989 που επανασυσπείρωσε το ΠΑΣΟΚ και της πολιτικής της παραδοσιακής αριστεράς που επένδυσε σε αυτήν και όχι σε ένα μέτωπο απέναντι στην οικονομική και κοινωνική πολιτική της τότε κυβέρνησης. Αλλωστε και το ΠΑΣΟΚ μετά το 1988, βλέποντας την πολιτική του απομόνωση, έκανε και πάλι στροφή στην οικονομική του πολιτική προς τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα, «αφαιρώντας» επιχειρήματα από τις ομάδες που είχαν διασπαστεί από αυτό.
 
Το 1995 ο Δημήτρης Τσοβόλας θα αποχωρήσει από το ΠΑΣΟΚ και θα ιδρύσει το ΔΗΚΚΙ (Δημοκρατικό Κοινωνικό Κίνημα). Αυτό το πολιτικό μόρφωμα θα είναι και το μόνο στην ιστορία αυτής της πολιτικής οικογένειας που θα καταγράψει αξιόλογα εκλογικά ποσοστά για μεγάλο χρονικό διάστημα (Βουλευτικές ’96: 4.5%, Ευρωεκλογές ’99: 7%, Βουλευτικές ‘2000: 2.7%, Βουλευτικές ’04: 1.8%). Αυτό οφείλεται στο ότι το ΔΗΚΚΙ εξέφραζε υπαρκτές κοινωνικές λαϊκές δυνάμεις σε μεγάλη έκταση.
 
Αντίστοιχα, από τη ΝΔ υπήρξαν μεταπολιτευτικά δύο ισχυρές διασπάσεις, της ΔΗΑΝΑ (Δημοκρατική Ανανέωση) του Κ.Στεφανόπουλου το 1985 και της Πολιτικής Ανοιξης του Α.Σαμαρά το 1993. Και οι δύο πολιτικοί αποτελούσαν ισχυρά πρωτοκλασάτα πολιτικά στελέχη του χώρου της ΝΔ. Και οι δύο οδηγήθηκαν στη σύγκρουση με τον Κ.Μητσοτάκη και επιχείρησαν να οργανώσουν ένα πολιτικό χώρο με στοιχεία της παραδοσιακής λαϊκής δεξιάς, αλλά με «κεντρώα» φορά. Τα ποσοστά της ΔΗΑΝΑ, σε συνθήκες εκείνη την εποχή έντονης πόλωσης (1985-1993) μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, κινήθηκαν στα επίπεδα του 1%. Αντίθετα, η ΠΟΛΑΝ κατέγραψε υψηλότερα ποσοστά (Βουλευτικές 1993: 4.5%, Ευρωεκλογές 1994: 7%, Βουλευτικές 1996: 2.9%).
 
Σημείωση: Στις διασπάσεις της ΝΔ δεν κατατάσσουμε τον ΛΑΟΣ, αν και ο αρχηγός του προέρχεται από αυτήν. Ο λόγος είναι ότι η ίδρυση του ΛΑΟΣ ακολούθησε αρκετά αργότερα της διαγραφής του από το κόμμα, ενώ δεν αποτέλεσε προϊόν μαζικής αποχώρησης στελεχών και μελών της ΝΔ. Ο ΛΑΟΣ συγκρότησε κατά κάποιον τρόπο ένα αυτόνομο και ανένταχτο σε μεγάλο βαθμό έως τότε στελεχιακό δυναμικό της άκρας δεξιάς, απευθύνθηκε δε σε ένα διευρυμένο κοινωνικά ακροατήριο, χωρίς πολιτικά προαπαιτούμενα.    
 
ΜΑΘΗΜΑ 10: Τα κοινωνικά κινήματα και οι επιδράσεις τους στην πολιτική σκηνή – Οι εκλογές του 2007 – Μακροπρόθεσμες τάσεις στην πολιτική σκηνή
 
Αποτελεί ένα σχεδόν πάγιο χαρακτηριστικό των πολιτικών συστημάτων να επηρεάζονται σε μακροπρόθεσμη βάση από την μαζική έκρηξη των κοινωνικών κινημάτων. Τα τελευταία μπορεί να επηρεάσουν τόσο την ιδεολογική συγκρότηση μιας κοινωνίας, όσο και την μακροπρόθεσμη λειτουργία των πολιτικών κομμάτων στη στελέχωσή τους, στη στρατηγική τους, στον τρόπο επικοινωνίας τους με τους πολίτες. Ανεξάρτητα από το αν τα κοινωνικά κινήματα «κερδίσουν» τα αιτήματά τους, αφήνουν σίγουρα τα «ίχνη» τους στην οργάνωση και λειτουργία του πολιτικού συστήματος. Στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης μπορεί κανείς να πει ότι δεν υπήρξαν ισχυρές κοινωνικές κινηματικές διαιρετικές τομές (αντίστοιχες, π.χ., των κινημάτων του ’68 στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, αλλά και πιο πρόσφατων..). Η τελευταία μεγάλη κινηματική διαιρετική τομή ήταν το Πολυτεχνείο του ’73, γι’αυτό κατ’ουσίαν και η σημερινή πολιτική, μηντιακή και πνευματική ηγεσία της χώρας αποτελείται από τις «γενιές» του Πολυτεχνείου και της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου. Η ύπαρξη αξιόλογων κοινωνικών κινημάτων αργότερα, έως και σήμερα, δεν κατάφερε να επιβάλλει τη δική της «γενιά», άρα και τις ιδεολογικο-πολιτικές αντιλήψεις της, στις ηγετικές ελίτ της χώρας. Είναι κι’αυτός ένας βασικός λόγος για τη σημερινή θεσμική κρίση της χώρας, κρίση που εδράζεται στο γεγονός ότι οι τελευταίοι δεν μπορούν να λειτουργήσουν προς όφελος των κοινωνικών συμφερόντων.
 
Οι εκλογές του 2007 κατέδειξαν αυτή την παραπάνω κρίση, ως κρίση του δικομματισμού, δηλαδή ως κρίση του μεταπολιτευτικού πολιτικού εργαλείου της χώρας. Το εκλογικό αποτέλεσμα πιστοποίησε μια αυξανόμενη πολιτική δυσαρέσκεια απέναντι στα κόμματα εξουσίας, ενισχύοντας τόσο τις τάσεις της πολιτικής και κοινωνικής διαμαρτυρίας όσο και τις εναλλακτικές διαφορετικές τοποθετήσεις. Η εκλογική βάση των κομμάτων εξουσίας μειώνεται, ταυτόχρονα όμως αλλάζει σημαντικά και η κοινωνική της τοποθέτηση: για τη ΝΔ μειώνεται η λαϊκή κοινωνική διείσδυση που παρατηρείτο συστηματικά μετά τις Εκλογές του 1993 (1996-2000-2004), άρα καθίσταται πιο «αστική» επιστρέφοντας στον παραδοσιακό της χαρακτήρα, για το ΠΑΣΟΚ παρατηρείται μια μείωση της εκλογικής του διείσδυσης σε όλους τους κοινωνικούς χώρους, γεγονός που το καθιστά λιγότερο «λαϊκό» από το απώτερο (1974-1996) παρελθόν του, αλλά και λιγότερο «αστικό» και «μεσοαστικό» από το πρόσφατο παρελθόν του (1996-2004).
 
Οι εκλογές του 2007 καταγράφουν την εκλογική και κοινωνική κρίση του δικομματικού πολιτικού συστήματος. Από τον «πολωμένο δικομματισμό» της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου στον «συγκλίνοντα δικομματισμό» της δεύτερης μεταπολιτευτικής περιόδου και από εκεί στον «αποστοιχημένο δικομματισμό» της σημερινής περιόδου, αυτή είναι η διαδρομή του κομματικού συστήματος της μεταπολίτευσης....
 
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ 1: Εντάξτε στο φάκελο του μαθήματος το άρθρο του Χρ.Βερναρδάκη «Βουλευτικές Εκλογές 2007: Η κρίση του δικομματισμού και οι νέες εκλογικές-κοινωνικές συμμαχίες». Πηγαίνετε στην ενότητα του site ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ και κατόπιν στην υποενότητα ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ ΣΤΟΝ ΤΥΠΟ, βρείτε το σχετικό άρθρο που έχει δημοσιευθεί στην ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 23/9/2007 και τυπώστε το (βρίσκεται σε μορφή PDF).
 
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ 2: Εντάξτε στο φάκελο του μαθήματος την εισήγηση του Χρ.Βερναρδάκη «Κοινωνικές συμμαχίες και εκλογικοί συσχετισμοί. Το αποτέλεσμα των εκλογών 2007 και οι επιπτώσεις του στο κομματικό σύστημα» (βρίσκεται σε μορφή PDF, στο site).